Tumgik
#Ανυπομονησια
apogoiteumeni · 1 year
Text
Πανελλε2023
Ωραια λοιπον ηρθε η ωρα να μιλησω για τις Πανελε, ας ξεκινησω απ’το οτι σε δυο μερες τελειωνουν οι διακοπες του πασχα και εγω δεν εχω ανοιξει βιβλιο απο το αγχος μου τα εχω παρατησει ολα και εχω απομακρυνθει απο το διαβασμα γιατι φοβαμαι πολυ, φοβαμαι οτι δεν μπορω να τα μαθω και δεν θα γραψω καλα αλλα το θεμα ειναι οτι ειναι η τελευταια χρονια ολης μου της σχολικης ζωης και δεν θα ξανα παω σχολειο για αυτο πρεπει να τα δωσω ολα και να τα παω πολυ καλα φετος να το κανω να αξιζει! Μακαρι Θεε μου να πανε ολα καλα, να γραψω καλα στις εξετασεις και στις απολυτηριες και στις πανελληνιες και να περασω σε μια καλη σχολη σε μια καλη και ησυχη πολη χωρις να χω πολλα προβληματα δεν ξερω σε ποια πολη να δηλωσω ειμαι μπερδεμενη Θεσνλκη, Αθήνα, Κομοτηνή ή Κρήτη; Δεν εχω ιδεα καποιος ας με βοηθησει με αυτο Θεε μου🙏🏻 Το μόνο που θέλω πραγματικά είναι να περάσει ο καιρός… Να τελειώσω με τις εξετάσεις, το σχολειό , τα φροντιστήρια και να περασω ενα ομορφο και ήρεμο καλοκαίρι αυτο ειναι που θελω πραγματικα δεν ζηταω τιποτα παραπανω!
5 notes · View notes
solmeister13 · 1 year
Note
ΕΠΑΙΞΕΣ ΕΝΑ ΜΟΥΝΤΙΑΛ ΜΟΝΟΣ ΣΟΥ. ΑΝ ΕΙΣΑΙ ΔΥΝΑΤΟΝ. Τους τα πηρες ολα και δεν εχει αρχισει καν η χρονια-
ΤΙ ΚΛΙΠΑΡΑ, ΤΙ ΗΧΟΣ, ΤΙ ΕΜΦΑΝΙΣΗ. Ειλικρινα τα χιλια μπραβο. Και μονο με μια γρηγορη σκεψη του πως ξεκινησες και το που εφτασες,μπορω να μιλαω για ωρες. Μπραβο και παλι μπραβο. Περιμενουμε με μεγαλυτερη ανυπομονησια απ οση φανταζεσαι τον δισκο.
ΣΟΛΑΡΑ ΛΕΡΩΣΕ ΤΟΥΣ ΜΕ ΤΟ ΧΑΡΑΚΙΡΙ ΣΟΥ<33
ΑΑΑΑΑΑ <3 <3 <3 <3
Γέμισα αγάπη, αλήθεια! Παίρνω φοβερή δύναμη από τέτοια σχόλια να ξέρετε και σας ευχαριστώ πολύ που παίρνετε το χρόνο να βάλετε αυτό το συναίσθημα σε λέξεις.
90 notes · View notes
vrwmikh-texnh · 2 years
Text
Θα θελα να ξυπνησω ενα πρωι του 2008 τοτε που ακομα κι αν ξυπνουσα πρωι επινα το γαλα που μου βαζε η μαμα ,ανοιγα το σταρ στα παιδικα και περιμενα με ανυπομονησια να παμε θαλασσα...που πηγαν αυτες οι εποχες ρε παιδια;
6 notes · View notes
xehasmenesithakes · 10 months
Note
Χάρη όπου να ναι ξεκινάω σπουδές και έχω.χεστει.πανω.μου. φοβάμαι την Αθήνα..φοβάμαι τους καινούριους φίλους,το Πανεπιστήμιο,το πως θα γυρίσω μόνη σπίτι μου...όλα
Ναιιι αλλα ελα τωραα δεν νιωθεις μονο φοβο,νιωθεις ενθουσιασμο νιωθεις ανυπομονησια νιωθεις ενταση…νεα πραγματα ερχονται και θα τα καταφερεις
0 notes
Ισως πρεπει να το αφησω ετσι...να μην ελπιζω σε κανενα μηνυμα..απλα να ζω την στιγμη σε κατι βραδιες σαν την χθεσινη ...ισως να προσπαθησω να την πλησιασω κι αλλο και να μην ειναι απαραιτητο να μου μιλαει καθολου περα απο τις βραδιες μας..ισως εκει να κρυβετσι η μαγεια...η ανυπομονησια μεχρι να την ξαναδω..
Ε.Α.
Πίστεψε με δεν χρειάζεται ούτε να αγχώνεσαι ούτε να πιεζεσαι για να βγουν στην επιφάνεια συναισθήματα και βραδιές σαν την χθεσινή. Εκεί ακριβώς είναι η μαγεία που αναζητάς. Στο αυθόρμητο και την στιγμή εκείνη να είσαι εκεί για να το ζεις. Κοιτα είναι βασική η επικοινωνία μεταξύ δυο ατόμων απλά προσέγγισε την και μέσα από συνομιλίες και συναντήσεις να καταλάβεις αν νιώθει το ίδιο με εσένα. Υπάρχει η περίπτωση πάντα στα μηνύματα να μην δίνει βάση και από κοντά να είναι άλλος άνθρωπος. Στο λέω γιατί ξέρω άτομα που στα μηνύματα είναι άλλοι άνθρωποι μιλώντας μονολεκτικά και μόλις βρεθουμε είναι διαφορετικοί άνθρωποι.
0 notes
Text
Κουράστηκα να περιμένω να έρθει μια συγκεκριμένη μέρα. Περνάει το καλοκαίρι μ στην Αθήνα περιμένοντας να πάω στο μέρος μ να τον δω. Κάθομαι στην Αθήνα και δν χαιρομαι περιμένω να περάσει η μια μέρα μετά την άλλη και γω να κάθομαι με την ανυπομονησία μ παρέα που αυτό ειλικρινά εινια ένα μεγάλο βάσανο.Κι εσυ πραγματικά δξ τι φάση περνάς οκ είσαι μεγαλύτερος μ αλλά εγώ φέρομαι πιο ώριμα δυστυχώς.Δν ξέρω αλήθεια τι θα κάνω και η ειρωνία εινια ότι περιμένω πράγματα με τρελή χαρα και καταλήγω να ξενερώνω και να απογοητεύομαι για το καλοκαίρι του ‘19
9 notes · View notes
Text
Letters of the Sea
Κολπος του Αντεν, 25.10.2020
Καιρο ειχα να σου γραψω και μου ελειψε, αν και μεταξυ της δουλειας και της πειρατειας δεν ειχα και παρα πολυ χρονο να σκεφτω οτιδηποτε.
Οπως και να εχει νομιζω εχω αρχισει σιγα σιγα να καταλαβαινω οτι ενω ειμαι εγω εδω η ζωη προχωραει και για ολους τους αλλους στη στερια. Δεν ειχα φυσικα ψευδαισθησεις αλλα οταν το συνειδητοποιεις σε χτυπαει λιγο διαφορετικα, οσο κι αν εισαι προετοιμασμενος.Δεν παραπονιεμαι βεβαια, ηξερα πολυ καλα που εμπαινα. Αν μη τι αλλο οι ιστοριες και καταστασεις που θα μου εξιστορησουν φιλοι και οικογενεια ειναι κατι το οποιο περιμενω με ανυπομονησια. 
Εσενα σου μιλαω αρκετα συχνα για να μην εχεις, θαρρω, πολυ συνταρακτικα νεα να μου πεις οταν ξαναβρεθουμε. Αυτο φυσικα δε σημαινει οτι δε θελω να περασω μαζι σου οσο περισσοτερο χρονο γινεται. Τιποτα δε συγκρινεται με την αμεση επαφη, κυριως με εσενα.
Σε πιο ναυτικα ζητηματα, ανυπομονω ειναι η αληθεια να παμε Ευρωπη. Λιγος πολιτισμος δε θα μου εκανε κακο, ακομη κι αν τον δω απο ενα φινιστρινι. Κι αν συνοδευεται και απο κανενα σουβενιρ, ακομη καλυτερα.
Σε αγαπαω παντα, και μου λειπεις
1 note · View note
thebeardednightowl · 4 years
Photo
Tumblr media
Μελάνθη - H Εξομολόγηση.
Zed Belinsky - The Confession of Lucia Kraus.
*
Μελάνθη το ονομα της. Και αυτη ειναι η εξομολογηση της. Πριν απο μερικες εβδομαδες προσκαλεσε καποιον στο σπιτι της. Πριν βιαστειτε να την κρινετε, ακουστε τουλαχιστον ολοκληρη την ιστορια της. Εξαπατηθηκε. Τα συναισθηματα της εγιναν αντικειμενο εκμεταλευσης. Χειραγωγηθηκαν με δολο απο μια οντοτητα εξαιρετικης εφυιας...
Ας τα παρουμε απο την αρχη.
Η Μελανθη παντα εννοιωθε στο περιθωριο. Αν και αρκετα δημοφιλης στον σχολικο της κυκλο, παντα εννοιωθε τις σχεσεις της επιφανειακες. Οι φιλες της νοιαζοντουσαν ειτε να παρταρουν ειτε να γκομενισουν. Και η Μελανθη προσπαθουσε και αυτη να ακολουθει. Βγηκε με διαφορα αγορια που της γνωριζαν, αλλα ολες οι φασεις παντα τελειωναν με μερικα φιλια το πολυ. Αυτο που την εκνευριζε ομως περισσοτερο με τις φιλες της, ηταν η ψυχωση που ειχαν με τα facebook και τα instagram. Ηταν συνεχως στα κινητα τους, η μια φωτο μετα την αλλη να μαζεψουν οσα περισοτερα like γινοταν. Σαματησε να τις κανει παρεα επειδη εννοιωθε οτι καθε της κινηση ηταν υπο παρακολουθηση και συνεχη αναφορα στα ομαδικα τους chat, δε μπορουσε να συναναστρεφεται με ανθρωπους που ηταν λες και επαιζαν σε reality. Απομακρυνθηκε σταδιακα απο ολες τους.
Στα μαθηματα τα πηγαινε αρκετα καλα. Ηταν μαθητρια του 18-19. Δεν την εννοιαζαν ιδιαιτερα οι σπουδες μετα το σχολειο, κατι που εξοργιζε πολλους απο τους καθηγητες αλλα και τους γονεις της. Ολοι την προειδοποιουσαν οτι χωρις πτυχιο πανεπιστημιου θα κατεληγε να σερβιρει καφεδες για μια ζωη. Και στην Μελανθη αυτο ακουγοταν ελκυστικο ακομα και στο τωρα, ειδικα απο τη στιγμη που θα επρεπε να πεταξει 5-6 χρονια απο τη ζωη της για ενα αχρηστο χαρτι και μια περηβοητη μελλοντικη ασφαλεια σε μια αγορα εργασιας που ηταν ηδη νεκρη.  
Φαινομενικα λοιπον, ειχε εναν ικανοποιητικο κοινωνικο κυκλο, ειχε δυνατους βαθμους. Πολλοι θα θα διναν τα παντα για να βρισκοντουσαν στη θεση της... Στην πραγματικοτητα, εννοιωθε μοναξια και βαρεμαρα, παρα τις φιλιες. Δεν εβρισκε σε τιποτα νοημα. Εννοιωθε λες και η ζωη της ηταν ασημαντη, και οτι τιποτα απο οτι και να εκανε δεν θα επηρεαζε ποτε ουσιαστικα κατι η καποιον. Ξυπνουσε τα πρωινα με ενα βαρος στο στηθος, και το κουβαλουσε μαζι της ολη την μερα, μερικες φορες να μη την αφηνει ουτε να κοιμηθει οταν νυχτωνε. Ηθελε κατι να αλλαξει στην ζωη της.
Ηταν απο αυτη τη βαρεμαρα και την μοναξια που αγορασε ενα Ouija Board. Ηταν ενα φτηνιαρικο του 5ευρου, μαρκα ανυπαρκτη. Παρατηρησε το κουτι. Εγραφε "Μυστιριακη Εμπειρια" πανω, και εδειχνε τεσσερα χερια να αιωρουνται πανω απο τη πλακετα με τα γραμματα. Φαινοταν εντελως γελοιο, αλλα εντουτοις η Μελάνθη εσκισε τη ζελατινα και το ανοιξε. Μια εργοστασιακη οσμη βερνικιου της γεμισε τα ρουθουνια. Ανοιξε τη πλακετα και παρατηρησε τα γραμματα, τον ηλιο και τη σεληνη στις γωνιες. Κοιταξε παλι μεσα στο κουτι και βρηκε και τον ξυλινο δεικτη.
Με αυτα τα δυο αντικειμενα στα χερια, καθησε οκλαδον στο κρεββατι της πανω στο μωβ της παπλωμα και ανοιξε την πλακετα μπροστα της. Τοποθετησε με ανυπομονησια τον δεικτη στην κορυφη της και πιεσε με τα δυο δαχτυλα τις γωνιες. Ξεφυσηξε νευρικα, η φωνη να αντηχει στο δωματιο.
"Θελω να μιλησω! Μ'ακουει κανεις;"
Κρατησε την ανασα της και παρακολουθουσε τον δεικτη για το παραμικρο ιχνος κινησης. Εντωμεταξυ, τα τζιτζικια αντηχουσαν απο το ανοιχτο παραθυρο και εκεινη τη στιγμη ακουστηκε και το θλιβερο καλεσμα ενος περιστεριου...
Ξαναπροσπαθησε, ξανα και ξανα, αλλα καμια απαντηση. Δεν εννοιωθε καμια... "Μυστιριακη εμπειρια", δεν εννοιωθε βασικα τιποτα. Η σεληνη και ο ηλιος απλα την κοιτουσαν αψυχα...
Πππφφφ... Τι περιμενες μωρε...; Παιδικο παιχνιδι ειναι...
Σκεφτηκε αναστεναζοντας. Αποφασισε οτι θα ξαναδοκιμαζε αργοτερα, οταν θα ειχε πεσει ο ηλιος. Εβαλε τη πλακετα και το δεικτη πισω στο κουτι και τα χωσε κατω απο το κρεββατι της πριν κατεβει στη κουζινα για φαγητο.
Καθησε στο τραπεζι με τους δικους της που αρχισαν να την ρωτανε πως ηταν η μερα της. Τους απαντησε με τον τυπικο βαριεστημενο τροπο των εφηβων. Η μαμα της φλυαρουσε για τους ενοχλητικους συναδελφους της στη δουλεια ενω ο μπαμπας της ηταν αποσβωλομενος στο κινητο του. Η Μελάνθη ευχοταν να την βγαλει καθαρη, αλλα το ηξερε πως ηταν σχεδον αναποφευκτο. Καθε μεσημερι τα ιδια σκατα, η μαμα της να την πρηζει για τις σπουδες και για το ποσο αχρηστη θα καταντουσε χωρις πτυχιο. Της απαντουσε οτι θα την εβρισκε την ακρη της οπως και να'χε, οστοσο, με κατι τετοια σχολια ηταν σαν να εριχνε λαδι στη φωτια.
"Ο Χρηστακης τι κανει;"
Ρωτησε ξαφνικα η μαμα της, πιανοντας την απροετοιμαστη και σχεδον κανοντας την να πνιγει στη μπουκια της. Ποτε δε ρωτουσε για τις σχεσεις της, αλλα ο Χρηστος ηταν ο πιο προσφατος οπως και ταυτοχρονα ενα τυπακι, ελαφρως πιο εν��ιαφερον απο μια βρεμμενη πετσετα. Ειχαν ηδη χωρισει. Και οταν το ειπε στη μαμα της, αυτη δεν το πηρε και πολυ καλα...
"Ουτε στο πανεπιστημιο θες να πας, ουτε αντρα θες να βρεις... Τι τρεχει με σενα κοπελα μου;!; Νομιζεις οτι θα την βγαζεις μια ζωη στα επιδοματα;"
Της ειπε πριν πιει μια γουλια απο το κρασι της.
Η Μελάνθη κουνησε το κεφαλι της, μουγκριζοντας ενοχλημένα. Το ηξερε καλα οτι οτιδηποτε και να ελεγε, δεν ειχε καμια σημασια...
"Πρεπει να βρεις ενα μαλακ...ε, ενα καλο παιδι εννοω, να πληρωνει τους λογαριασμους! Και γιατι σε παρατανε ολοι, ε? Μηπως οταν σε ριχνουν στο κρεββατι καθεσαι κει ακινητη σα το κουτσουρο;!;"
"ΜΑΜΑ!"
Φωναξε έντρομη η Μελάνθη. Δεν της ειχε ξαναμιλησει ποτε με τετοιον τροπο. Κοιταξε εκπληκτη τον πατερας της, αλλα αυτος συνεχισε να χαζευει το κινητο του υποκρινομενος οτι δεν τις ακουγε.
"Μαμούνια! Λέγε κοπέλα μου, σε ρωταω! Κανα πουτσο καβάλησες ακόμα ή όχι; Δεν ειναι τιποτα, θα τους το γλυφεις λιγο να σκληραίνει και μετα θα το βαζεις μεσα, τ'αγορακια τρελενονται για τετοια κολπα... Μέχρι να βρεις κανα κουκλο με πολλα λεφτα, να σε γκαστρωσει, να τον τυλιξεις για τα καλα και αυτο ηταν! Τελος οι σκοτουρες, λογαριασμοι πάπαλα, ζωη μαγική!"
Ειπε η μαμα της, πριν σκασει στα γελια λες και ειπε κατι εξωφρενικα αστείο, η επιροή του αλκοολ εμφανής στα χυδαια της λογια.
Η Μελάνθη καθοταν κοκκαλωμενη απο την οργή, το αιμα της να βραζει, το προσωπο της κατακοκκινο. Δεν ηξερε αν ηθελε να ουρλιαξει ή να ξερασει. Αποφασισε να σηκωθει αποτομα απο το τραπεζι τρεχωντας προς το δωματιο της, το σοκ απο απο τα λογια της μανας της, την ειχε σχεδον παραλυσει. Μετα μαλλον θα ανεβαινε να της ζητησει συγνωμη, αλλα δε την εννοιαζε. Το ηξερε οτι τιποτα δεν θα ηταν ποτε ικανο να βγαλει αυτες τις σιχαμενες λεξεις απο το μυαλο της.
Νομιζει οτι ειμαι καμια τσουλα... ;!;
Σκεφτηκε, νοιωθωντας τα ματια της να δακριζουν πριν κλεισει τη πορτα του δωματιου της.
Καθησε ξαπλωμενη για αρκετη ωρα. Να ακροβατει μεταξυ ζαλης και υπνου. Τα λογια της μανας της ακομα αντηχουσαν ακομα στο κεφαλι της, καθως το σκοταδι της νυχτας αρχισε να πνιγει το δωματιο. Κάποια στιγμη, η γατα της η Bella ανεβηκε διπλα της γουργουριζοντας. Την χαιδεψε μαλακα. Το γατι παντα το ηξερε οταν κατι δε πηγαινε καλα. Η Μελάνθη εννοιωθε σταδιακα το θυμο της να υποχωρει και να αντικαθισταται απο μια βαρια θλιψη. Σκεφτηκε το Ouija Board που ειχε κατω απο το κρεββατι.
Εσκυψε και το πιασε, ανοιγοντας το για δευτερη φορα. Ο Ηλιος και η Σεληνη την αντικρυσαν ξανα, οπως και η Bella απο διπλα με περιεργια.
Για να δουμε τωρα...
"Ειναι κανεις εδω?"
Ο δεικτης εκανε ενα μικρο σπασμο κατω απο τα δαχτυλα της.
Εγω το ΄κανα αυτο;
Αναρωτηθηκε, αλλα εκεινη αρχισε να κινειται αργα προς την λεξη ΝΑΙ.
Τα χειλη της τρεμουλιασαν, η καρδια της αρχισε να χτυπαει πιο γρηγορα. Ξαναρωτησε...
"Π-ποιος ειναι εδω;"
Ο δεικτης εμενεινε για λιγο ακινητος, πριν αρχισει να κινειται πανω στη πλακετα απο γραμμα σε γραμμα. Π, Ε.... Τ, Ρ.... Ο... Σ...
"Πετρος;"
Ρωτησε με αγωνια, σαν να πλησιαζε καποιον στα τυφλα μετα απο ιντερνετικο ραντεβου.
Ο δεικτης μετακινηθηκε παλι στο...
"Ναι..."
"Ποσο χρονων εισαι Πετρο;"
"18"
"Εχεις πεθανει;"
"Οχι, ειμαι κολλημενος στο ενδιαμεσο."
Τοτε θυμηθηκε κατι που ειχε διαβασει καποτε στο ιντερνετ. Οι αδεσποτες ψυχες συνηθως δε γνωριζουν οτι εχουν πεθανει. Περιπλανιουνται σε μια συνεχομενη επαναληψη, σε μια διασταση την οποια δεν ειναι μερος του κοσμου μας αλλα ουτε και του επομενου στον οποιον υποτιθεται οτι πρεπει να μεταβουν.
Ο δεικτης αρχισε παλι να κινειται...
"Οικογενειακα προβληματα;"
Ειπε στο Πετρο για το οτι δε την ενδιεφερε να περασει στο πανεπιστημιο. Του ειπε επισης για το τσακωμο με την μαμα της προηγουμενως. Επανελαβε εκεινα τα απαισια λογια και το στομαχι της ανακαταυτηκε ξανα.
"Λυπαμαι πολυ ρε συ, άσχημο σκηνικο..."
Της απαντησε. Η Μελάνθη πηρε το κινητο της ωστε να μεταφερει τα γραμματα της πλακετας σε λεξεις στην οθονη του πιο γρηγορα, η επικοινωνια αυτη ηταν πολυ περιεργη.
"Ξερεις, το πανεπιστημιο δεν ειναι για ολους... Μαλιστα, πολλοι απο τους μεγαλυτερους εκατομυριουχους στο κοσμο, δεν εβγαλαν καν ποτε καποια σχολη... Η μαμα σου απλα σε νοιαζεται και θελει το καλο σου... Σιγουρα το κανει απο αγαπη, ακομα και αν ο τροπος της ειναι λιγο σκληρος μερικες φορες..."
"Ναι... μαλλον..."
Συμφωνησε διστακτικα οταν καταφερε να διαβασει ολο το μυνημα. Νοιωθωντας ευαλωτη, τον ρωτησε αν και αυτος εννοιωθε ποτε μονος...
"Φυσικα..."
Μετα τον ρωτησε τι εκανε οταν εννοιωθε μονος...
"Βρισκω καποιον να μιλησω."
Απο περιεργια ή απλή απελπισια, η Μελάνθη αρχισε να εξιστορει σχεδον ολη της ζωη σε αυτο το αορατο ατομο. Δειχνοντας οτι ενδιαφεροταν, ο Πετρος θα εκανε περιστασιακα καποια αναλαφρα σχολια. Στο τελος της ειπε...
"Μπορω να γινω εγω φιλος σου αν θες..."
Και ετσι ξεκινησαν οι συζητησεις της με τον Πετρο. Ηταν σαν δυο χαμμενες ψυχες που μετα απο επιπονη αναζητηση, βρηκαν τελικα ο ενας τον αλλον. Η Μελάνθη βρηκε καποιον που δεν εκρινε, καποιον που δε τον ενδιεφερε να ποσταρει τη καταθλιψαρα του στο instagram, και κυριως καποιον που ποτε δε θα την συμβουλευε να ανοιξει τα ποδια της για κανενα πλουσιοπαιδο.
Μεσα στις επομενες μερες γνωριστηκαν καλυτερα με τον Πετρο. Καθε μερα θα εστηνε το Ouija Board μετα το σχολειο και ο Πετρος θα απαντουσε αμεσως, λες και την περιμενε να γυρισει ( Τι αλλο θα μπορουσε να κανει αλλωστε...) Εμαθε οτι πηγαινε σε ενα ιδιωτικο σχολειο στην διπλανη πολη και ειχε και μια δικη του στηλη στην σχολικη εφημεριδα. Ανεφερε ειπσης οτι επαιζε πολυ καλα το βιολι. Η Μελανθη θα του ελεγε για το πως περασε την μερα της και αυτος θα τις εδινε διορατικες συμβουλες και σχολια, ή θα της ελεγε αστεια και ανεκδοτα με τα οποια θα ξεκαρδιζονταν στα γελια. Ποτε δε τον ρωτησε πως πεθανε.
Αυτος ειναι ενας απο τους σημαντικοτερους κανονες οταν συνομιλεις με τους νεκρους.
Και ετσι αρχισε να τον εμπιστευεται. Της φαινοταν οτι πρεπει να ηταν και πολυ γαματο τυπακι οσο ζουσε. Ευχηθηκε να μπορουσε να μπορουσε να τον ειχε γνωρισει τοτε. Ισως η παρουσια του να την βοηθουσε με τα αδιεξοδα στην ζωη της. Της ειπε να επικεντρωθει σε αυτα που ειχαν σημασια για κεινη, να επικεντρωθει στην εαυτη της. Της ειπε οτι το δωρο της ζωης ειναι πολυτιμο και δε θα πρεπε να το χαραμισει ανυσηχοντας για αυτα που σκεφτονταν οι αλλοι. Και αυτη η φραση της αρεσε πολυ.
Μια νυχτα, η Μελανθη τον ρωτησε αν θα μπορουσε να τον δει. Της ειπε οτι θα μπορουσε να το κανονισει, αλλα θα επρεπε να γινει μεσω καποιου ονειρου πρωτα. Την ρωτησε αν ηταν ενταξει με κατι τετοιο, και η Μελανθη μεσα στον ενθουσιασμο της, φυσικα και του απαντησε θετικα...
"Εχω μια ερωτηση... Μπορει να σου ακουστει περιεργο, αλλα... σε εχουν βαφτισει κανονικα?"
Την ρωτησε ξαφνικα.
"Οχι, οι γονεις μου δεν ειναι ιδιαιτερα θρησκοι... Εσυ, εισαι βαφτισμενος?"
"Οχι. Οι δικοι μου ηταν Εβραικης καταγωγης αλλα ειχαν ειδη χασει την πιστη τους πολυ πριν γεννηθω, οποτε... "
Ειπε, πριν αλλαξει γρηγορα θεμα.
"Α! Καλα που το θυμηθηκα... Σου εχω κατι!"
Της ειπε, πριν την σηκωσει να κοιταξει μεσα στο κουτι της με τα κοσμηματα. Η Μελανθη, μη γνωριζοντας τι να περιμενει, το ανοιξε, βρισκοντας ενα δαχτυλιδι απο ατοφιο χρυσαφι να καθεται περηφανα πανω απο τα διαφορα της μπιχλιμπιδια. Ελαμπε εντονα σε συγκριση με ολα τα αλλα, λες και τους αποροφουσε την ζωντανια, κανοντας τα να φαινονται θαμπα και αψυχα. Το σηκωσε στο χερι της. Ηταν βαρυ.
"Εεε... Δ-δε ξερω τι να πω.."
Ειπε, σαστισμενη απο την εκπληξη της απιστευτης ομορφιας του κοσμηματος.
"Φορεσε το... Ηταν της μητερας μου."
Η Μελανθη φορεσε το δαχτυλιδι. Ηταν σα να ηταν φτιαγμενο για το χερι της. Το κοιταξε περνοντας μια κοφτη ανασα... ηταν πανεμορφο...
"Ειναι... τοσο ομορφο..."
Σε κεινο το σημειο συνειδητοποιησε οτι ειχε αρχισει να τον ερωτευεται. Το προσωπο της κοκκινησε και μεσα στη ντροπη της αναρωτηθηκε αν μπορουσε να την δει...
Αργοτερα την ιδια νυχτα, ξυπνησε ζαλισμενη. Εννοιωθε καποιον μαζι της στο δωματιο, καποιον να στεκεται ακριβως διπλα της. Πριν προλαβει να αντιδρασει, ακουσε μια φωνη να της ψυθιριζει απαλα στο αυτι...
"Σσσ, Μελανθη... βλεπεις απλα ενα ονειρο..."
Εννοιωσε τις τριχες στο σβερκο της να σηκωνονται και ενα ριγος να της κυριευει ολοκληρο το κορμι. Μουδιασε απο την χαρα της...
Ηταν ο Πετρος. Ειχε ερθει, οπως ακριβως της ειχε υποσχεθει. Η φωνη του ηταν ομορφη, γλυκια, σαγηνευτικη...
"Ασε με να ανοιξω το φως... Θελω να σε δ--"
"Οχι, Μελανθη μου... Αν το κανεις αυτο θα ξυπνησεις... και εγω θα εξαφανιστω."
Πριν προλαβει να απαντησει, ο Πετρος εσκυψε και της εδωσε ενα φιλι στα χειλη. Ηταν πιο γλυκo και απο μελι. Σηκωσε το χερι της και του χαιδεψε το σβερκο και την πλατη, πριν τον νοιωσει να ανεβαινει απο πανω της. Αρχισε να την χαιδευει στο λαιμο κατεβαινοντας, και καθως το φιλι γινοταν ολο και πιο παθιασμενο, της πιεσε δυνατα το αριστερο στηθος. Το εννοιωσε να σκληραινει αυτοματα απο την ηδονη, οι κινησεις του την ειχαν ερεθισει απιστευτα, ηταν σαν κυμματα δροσιας σε μια καυτη παραλια. Της δαγκωσε το χειλος, μετα το λαιμο, και αρχισε να κατεβαινει αργα προς τα κατω. Της κατεβασε το εσωρουχο και εβαλε τη γλωσσα του αναμεσα στα ποδια της. Δε τον σταματησε, το ηθελε. Επιασε τα μαλια του σπρωχνωντας απαλα το κεφαλι του προς το μερος της.
Ηξερε πολυ καλα τι θα ακολουθουσε, και ηταν αποφασισμενη να τον αφησει να μπει...
Τι εχεις να πεις τωρα για αυτο, μαμα? Η κορη σου ετοιμαζεται να γαμηθει με ενα φαντασμα...
Ο Πετρος σηκωθηκε να την αντικρυσει. Του επιασε το προσωπο, το δερμα του ζεστο και απαλο.
"Εισαι ετοιμη?"
H Μελανθη δάγκωσε τα χειλη της, εγνεψε ανυπομονα και τα χερια της εσφιξαν ασυναισθητα γυρω απο τους δικεφαλους του. Ηθελε να τον νοιωσει μεσα της. Καθε εκατοστο του σωματος της τον ποθουσε. Τον ηθελε με ολη της την ψυχη, η καυτη του ανασα σαν μουσικη στα αυτια της...
Οταν μπηκε μεσα της, ηταν παγωμενος.
Το ρολοι στο κομοδινο ελεγε τρεις και τριαντατρια.
*
Την επομενη μερα ξυπνησε με πονοκεφαλο. Ο ηλιος που εμπαινε απο το παραθυρο την αρρωσταινε. Σηκωθηκε να κλεισει τα παραθυρα και ετοιμαστηκε για το σχολιο. Μια πολυ εντονη ημικρανια την βασανιζε ολη μερα, δεν μπορουσε να συγκεντρωθει σε κανενα μαθ��μα. Πηρε δυο παυσιπονα αλλα δεν εκαναν σχεδον τιποτα. Οταν γυρισε σπιτι, ανεβηκε στο δωματιο, εκλεισε τις κουρτινες και επεσε για υπνο. Οταν σηκωθηκε, αρχισε να σκεφτεται τα χθεσινοβραδυνα. Μηπως ηταν τελικα παραπανω απο ενα απλο ονειρο? Εσκυψε να πιασει το Ouija και το ανοιξε μπροστα της, πριν αρχισει να καλει τον Πετρο...
Καμια απαντηση...
Προσπαθησε αρκετες φορες, αλλα τιποτα. Εμεινε στο δωματιο της για ολη την υπολοιπη μερα, βλεποντας Netflix.
Ηταν πολυ μπερδεμενη. Γιατι την απεφευγε ετσι ξαφνικα? Σε καποια φαση κουραστηκε και ξαπλωσε να κοιμηθει...
Πφφ, μεχρι και τα φαντασματα με κλανουν...
Σκεφτηκε απογοητευμενα, πριν γελασει με το ποσο κομικοτραγικο ηταν αυτο που συνεβαινε, παρα την κουραση της.
Εκεινη τη νυχτα, ενας δυνατος γδουπος την ξυπνησε αποτομα. Σηκωθηκε τρομαγμενη κοιταζοντας τριγυρω στο δωματιο. Η Bella που κοιμοταν στα ποδια της, ειχε καρφωσει το βλεμμα της στη πορτα, οι τριχες στην πλατη της καγκελο.
Ακολουθησαν δυο ακομα δυνατοι γδουποι, τρια χτυπηματα συνολο, απο την πορτα.
Η Μελανθη προσπαθησε να ακουσει πιθανα βημματα να υποχωρουν, αλλα δεν ακουγοταν τιποτα. Σηκωθηκε προσεχτικα απο το κρεββατι και την πλησιασε, ανοιγοντας την με κρατημενη την ανασα. Δεν ηταν κανεις στο διαδρομο. Εβγαλε το κεφαλι της δειλα, κοιταξε αριστερα, μετα δεξια. Κανεις. Τα ροχαλητα των γονιων της αντηχουσαν στο βαθος. Δεν ηταν σιγουρη οτι θα επρεπε να τους ξυπνησει για κατι τοσο χαζο, ισως να το ειχε ονειρευτει. Μετα ακουσε ενα ποδοβολητο απο την σοφιτα, βαρια βημματα σαν μποτες.
Τοτε ετρεξε στο δωματιο των γωνιων της τρομοκρατημενη...
"Ξυπνηστε!!!Καποιος μπηκε στο σπιτι, καποιος ειναι πανω... ξυπνηστε!!!"
Ο μπαμπας της ανασηκωθηκε, η φατσα του να στραβωνει απο την ενοχληση προσπαθωντας να ακουσει μεσα στη σιωπη.
"Περιμενε εδω..."
Της ειπε κοφτα, βαζοντας τα δυνατα του να ακουστει σαν τον αντρα του σπιτιου...
Ψαχουλεψε τα γυαλια του στο κομοδινο πριν σηκωθει και ανοιξει τη ντουλαπα, βγαζοντας ενα σιδηρολοστο που ειχε κρυμενο εκει. Η Μελάνθη τον ακολουθησε στο διαδρομο, πριν φτασει κατω απο την καταπακτη της σοφιτας, τραβοντας το λουρι και ανοιγοντας την, και οι δυο να προσπαθουν να αντικρυσουν κατι μεσα απο το σκοταδι πριν η σκαλα κατεβει.
"Ποιος ειναι εκει;!"
Φωναξε κοφτα ο πατερας της, περιμενοντας για την παραμικρη απαντηση...
"Ρε πουστημ..."
Ψελλισε φοβισμενα, πριν χωσει το σιδηρολοστο κατω απο τη μασχαλη του και ανοιξει το φακο στο κινητο του. Ανεβηκε τη σκαλα με μεγαλη προσοχη, τα ποδια του να τρεμουν. Οταν ειχει μπει μεσα στη καταπακτη μεχρι τη μεση, τα βημματα σταματησαν αποτομα.
"Ποιος ειναι εκει!!!"
Ξαναφωναξε, πριν συνεχισει να ανεβαινει μεχρι που μπηκε ολοκληρος. Η Μελανθη τον ακουγε να πηγαινοερχεται περα δωθε, ψαχνοντας αναμεσα στα σκονισμενα κιβωτια και τα παλια επιπλα. Δαγκωσε τον αντιχειρα της απο την αγωνια, περιμενωντας καποια κραυγη, καποιο χτυπημα...
Αναστεναξε οταν τον ειδε να επιστρεψει στο ανοιγμα και να κατεβαινει, κουνοντας το κεφαλι του αρνητικα, αλλα τα νευρα της ηταν ακομα τεντωμενα. Οταν ανοιξαν τα φωτα στο διαδρομο, ο πονοκεφαλος της επεστρεψε. Ο πατερας της πηρε ενα δυνατο φακο και βγηκε εξω να τσεκαρει τη στεγη.
Η Μελανθη πηγε παλι να ξαπλωσει. Προσπαθησε να κοιμηθει αλλα ακουγονταν γρατζουνισματα. Ερχοντουσαν απο τους τοιχους. Ηταν λες και τα νυχια μικροσκοπικων αρρουραιων προσπαθουσαν να σκαψουν και να βγουν απ' τους σοβαδες. Δεν ηθελε να ξαναξυπνησει τους δικους της. Εβαλε τα ακουστικα της με χαλαρη μουσικη για να αποκοιμηθει.
Αρχισαν να συμβαινουν αλλοκοτα πραγματα. Τα γρατζουνισματα ηταν μονιμα καθε φορα που θα επεφτε ο ηλιος, οπως και τα τρια δυνατα χτυπηματα, καθε βραδυ αναμεσα στις 3 και τις 3.30. Μερικες φορες ερχοντουσαν απο την πορτα, αλλες φορες απο την ντουλαπα. Μια φορα ακουστηκαν ακριβως κατω απο το κρεββατι της. Μετα θα εννοιωθε παγωμενα χερια να ανεβοκατεβαινουν στα ποδια της, να την χαιδευουν. Ηταν λες και καποιο ακρωτηριασμενο χερι θα περπατουσε με τα δαχτυλα του στα μπουτια και τις γαμπες της. Και τα αγγιγματα του θα γινοντουσαν ολο και πιο επιθετικα, πολλες φορες να την αρπαζουν απο τους αστραγγαλους και να προσπαθουν να την σουρουν εκτος κρεββατιου.
Το ειπε στους γονεις της και αυτοι αρχισαν να ανυσηχουν. Την εστειλαν στο γιατρο, ο οποιος την εστειλε σε ψυχολογο, ο οποιος μετα την εστειλε σε καποιον πιο ειδικευμενο με ενα περιεργο ονομα που δε μπορουσε να το προφερει. Οι εξετασεις που εκανε ηταν ολες μια χαρα, και απο υγεια ηταν απολυτα φυσιολογικη. Της εδωσαν μερικα φαρμακα για της ημικρανιες, τα οποια λειτουργησαν για λιγο καιρο. Επεστρεψε στο σχολιο, υποθετωντας οτι το μαρτυριο της ειχε τελειωσει.
Ποσο λαθος ειχε κανει...
Ξυπνησε ενα βραδυ απο το νιαουρισμα της Bella. Νομιζε οτι ηθελε να βγει εξω και ανασηκωθηκε. Κοιταξε το κινητο της.
Ηταν 3 και μιση...
Πριν προλαβει να σκεφτει, η Μπελλα ξανανιαουρισε, εντονα και αφυσικα, λες και πονουσε. Ακουλουθησε το κλαμμα του γατιου και βρεθηκε στην κουζινα. Η διπλη πρασινη λαμψη απο τα ματια του την υποδεχτηκε στο σκοταδι. Γυρισε το βλεμμα του και αρχισε παλι να σπαραζει. Η Μελανθη ανοιξε το φως, δυσανασχετωντας αυτοματα στην ακτινοβολια του. Οταν καταφερε να συγκεντρωσει το βλεμμα της, παρατηρησε την Bella. Στο πισω μερος του λαιμου της, μια κα��ετια μαζα ηταν προσκολλημενη. Το αιμα της παγωσε οταν καταλαβε οτι ηταν ενας αρουραιος. Πηγε να ουρλιαξει αλλα κρατηθηκε. Σιχαινοταν τους αρουραιους, αλλα επρεπε να βοηθησει το κακομοιρο το γατι και ετσι επιασε το σκουποξυλο πισω απο το ψυγειο, σφιχτηκε και το πλησιασε. Η Bella χτυπιοταν και προσπαθουσε να πεταξει τον αρουραιο απο πανω της, σφαδαζοντας απο τους πονους. Η Μελανθη προετεινε το σκουποξυλο προς το μερος της αποφασισμενα.
"Ελα Bella... Ελα δω καλο μου... Ελα να σε βοηθησω..."
Προσπαθησε να σπρωξει το τρωκτικο με το ξυλο αλλα αυτο αντιστεκοταν με νυχια και με δοντια. Με την αηδια εντονη στο προσωπο της, η Μελανθη εσκυψε και απλωσε το χερι της προς τον αρουραιο...
"Θα το κανουμε γρηγορα... Δε θα καταλαβεις τιποτα, νταξει Bella μου; Τιποτα..."
Χωρις δευτερη σκεψη, το χερι της εκτοξευτηκε αρπαζοντας τον αρουραιο βιαια, ενα ριγος αηδιας να την διαπερνα στην αφη του αηδιαστικου του τριχωματος καθως κρατωντας τον κοντρα με το ποδι της στο πατωμα και το αλλο της χερι στη πλατη της γατας, τραβηξε το τρωκτικο δυνατα προς τα πανω. Ο αρουραιος αποκολληθηκε απο το λαμο της Bella με ενα φρικιαστικο υγρο ηχο καθως πηρε και ενα κομματι της μαζι του. Η γατα ουρλιαξε απο το πονο και οταν καταλαβε οτι ηταν πλεον ελευθερη, ετρεξε προς το σαλονι πανικοβλημενη. Ο ηχος της σαρκας που σκιστηκε τρομαξε την Μελανθη, η οποια ανοιξε τη λαβη της με τον αρουραιο να συσπαται στην ξαφνικη του απελεθυερωση πριν ασχισει την πτωση του προς τα πλακακια της κουζινας.
Τοτε το τρωκτικο σηκωθηκε στα ποδια του και αρχισε να τρεχει προς την πορτα του υπογειου. Το κοιταξε σοκαρισμενη καθως ζουλιχτηκε στο ανοιγμα κατω απο την πορτα, το ματωμενο κομματι της Bella ακομα να κρεμεται απο τα μπροστινα του δοντια πριν εξαφανιστει στην σκοτεινη σχισμη, με την ουρα του να μαστιγωνει λυσσαλεα τα περιχωρα της πριν και αυτη χαθει στο σκοταδι μαζι του.
Η Μελανθη ειχε ανεβασει παλμους. Δεν ειχαν εμφανιστει ποτε ξανα αρουραιοι στο σπιτι. Ηταν και αυτο αλλο ενα μερος της παρανοιας των οσων γενικα της συνεβαιναν εκεινες τις μερες...;
Και ξαφνικα ολα εβγαλαν το τελειο νοημα.
"Ο Πετρος..."
Σιγομουρμουρισε νευριασμενη.
Ετρεξε πανω στο δωματιο της και ανοιξε ατσαλα το Ouija πανω στο κρεββατι της, πριν αρχισει να φωναζει με θυμο.
"Πετρο! Το ξερω οτι μ'ακους! Εσυ τα κανεις ολα αυτα;!; Το ξερω οτι μ'ακους... μιλα!"
Το προσωπο της ειχε κοκκινησει απο την οργη. Ο δεικτης που κρατουσε πανω απο τα γραμματα, ετρεμε μαζι με τα νευριασμενα της χερια, αλλα παρολαυτα αρχισε να κινειται στιβαρα και σταθερα σχηματιζοντας μια φραση πανω στη πλακετα...
"ΘΑ ΤΑ ΠΟΥΜΕ ΣΥΝΤΟΜΑ"
"Πετρο;!; ΠΕΤΡΟ!!! ΑΠΑΝΤΗΣΕ ΜΟΥ!!!"
Ο δεικτης αρχισε παλι να κινειται...
"ΑΝΤΙΟ"
H Μελανθη μουγκρισε εξοργισμενη. Το ματι της επεσε στο δαχτυλιδι που της ειχε δωσει. Το χρωμα του ειχε θαμπωσει οσο συνεβαιναν ολα αυτα...
"Παλιομαλακα..."
Ψιθυρησε πριν αρχισει να ��ο τραβαει απο το δαχτυλο της. Αλλα το δαχτυλιδι ειχε κολλησει. Προσπαθησε ξανα και ξανα αλλα ηταν λες και ειχε σουφρωσει σε μεγεθος...
"Μμμ... Μα ΦΥΣΙΚΑ και δε βγαινει!"
Ειπε απογοητευμενη πριν θυμηθει την Bella. Κατεβηκε να την βρει στο σαλονι, το κακομοιρο ζωντανο να προσπαθει απεγνωσμενα να γλυψει την τρυπα στο πλαι απ' το σβερκο του. Η Μελανθη εφερε λιγο αντισηπτικο απ' το μπανιο και μετα αρχισε να την κυνηγαει για τουλαχιστον 5 λεπτα, κατι το οποιο ηταν αρκετα πρωτοφανες. Οταν τελικα την στριμωξε, η Bella προσπαθουσε να την γρατζουνισει αλλα την επιασε και την ακινητοποιησε δυνατα αναμεσα απ΄τα ποδια της. Ακουμπησε το μπαμπακι στην πληγη. Το ζωντανο εσκουξε απο τον πονο...
Οταν η Μελανθη επεστρεψε στο δωματιο της, την υποδεχτηκαν και αλλα γρατζουνισματα απο το εσωτερικο των τοιχων. Τα νευρα της ηταν ετοιμα να σπασουν. Πλησιασε τον ενα τοιχο προσπαθουντας να καταλαβει απο πιο σημειο ερχοντουσαν, και οταν το βρηκε, χτυπησε τη γροθια της πανω του τρεις φορες. Το αιμα της παγωσε οταν κατι μεσα απο τον τοιχο ανταπωδωσε τα τρια ακριβως χτυπηματα, απιστευτα δυνατα και επιθετικα. Τα χερια της ετρεμαν. Ανοιξε το κουτι με τα χαπια που της ειχαν γραψει, και καταπιε μια μικρη χουφτα στα τυφλα. Περασε ολη την υπολοιπη νυχτα μεσα στη φρικη και την υπερενταση, καθιστη στο κρεβατι, απλα να ακουει απεγνωσμενα το συνεχομενο γρατζουνητο απο τους γαμημενους τους τοιχους.
Ηταν το τελευταιο βραδυ ομως, που η Μελανθη εζησε την πιο τρομακτικη εμπειρια της ζωης της.
Ειχε ξαπλωσει και προσπαθουσε να κοιμηθει. Δεν ακουγοντουσαν ουτε γρατζουνισματα, ουτε αρουραιοι να τρεχουν, αλλα στις τρεις ακριβως ακουσε ενα βαρυ χτυπημα στη πορτα του δωματιου της. Ειχε σκοπο να το αγνοησει, ως συνηθως, αλλα εννοιωσε τις τριχες της να σηκωνονται οταν ειδε την πορτα να ανοιγει... αργα και βασανιστικα.
Δεν ειδε κανεναν να στεκεται εκει, αλλα μετα το εννοιωσε...
Κρατησε τρομοκρατημενη την ανασα της καθως μια πηχτη σκια μπηκε στο δωματιο της. Εμοιαζε με ενα μικροσκοπικο νεφος, μια συμπυκνωμενη καταιγιδα, στο σχημα και το υψος ενος αντρα, αλλα το μαυρο χρωμα του ηταν πιο μαυρο και απο τα πιο αραχνα σκοταδια. Θυμηθηκε μικρη οταν με τους γονεις της, οταν ειχαν παει στα σπηλαια των λιμνων, και πανω στη βαρκα πλησιασαν οριακα μεχρι την τελευταια χαρτογραφημενη περιοχη της υπογειας εκτασης. Ο ξεναγος τους ειπε να κοιταξουν βαθια προς τα κει. Δεν υπηρχε ιχνος φωτος, μονο το νερο να παφλαζει ασθενικα στα πλαγια του σκαφους. Αλλα ακομα και εκεινο το σκοταδι, σκοταδι σπηλαιων που δεν ειχε ποτε αγγιξει το φως, δεν μπορουσε να συγκριθει στο ελαχιστο με το απολυτο σκοταδι της σκιωδης φιγουρας που στεκοταν εκεινη την στιγμη μπροστα της.  
Αρχισε να κινειται σιωπηλα προς το μερος της, λες και αιωρειτο. Αργα, οπως η ροη ενος παγετωνα, και ηταν τοτε που ολα παγωσαν και καθε ιχνος θερμοτητας εξαφανιστηκε απο το δωματιο. Οσο την πλησιαζε, η καρδια της χτυπουσε ολο και πιο δυνατα, και τα ρουθουνια της γεμισαν απο την οσμη κρεατος που σαπιζε. Ειχε παραλυσει απο φοβο. Στεκοταν και το παρατηρουσε μουδιασμενη, η σκεψη της σταματημενη. Ηθελε να ουρλιαξει, αλλα καμια της σωματικη λειτουργια δε την υπακουγε...
Η μαυρη φιγουρα ανεβηκε πανω της. Δεν ειχε βαρος, ηταν αιθερια, αλλα εννοιωθε μια αβασταχτη πιεση στο στηθος. Και οταν καταφερε τελικα να ουρλιαξει, η φιγουρα συρικνωθηκε σε δεσμιδα και αρχισε να εισερχεται βιαια στο στομα της και να της γεμιζει το λαιμο. Η Μελανθη αρχισε να πνιγεται και να ξεροβηχει αλλα πριν προλαβει να αντιδρασει, η φιγουρα ειχε εξαφανιστει. Η θερμοκρασια επανηλθε στο δωματιο και τα τζιτζικια αρχισαν παλι να ακουγονται απο το ανοιχτο παραθυρο. Το ροχαλητο των γονιων της επανηλθε απο τον διαδρομο και ηταν λες και τιποτα στον κοσμο δεν ειχε καταλαβει τον εφιαλτη που το κακομοιρο κοριτσι ειχε μολις βιωσει...
Την επομενη μερα εννοιωθε ακομα πιο αδυναμη. Καθε φορα που αντικρυζε τον ηλιο, τα ματια της εκαιγαν, το στομαχι της εννοιωθε λες και ειχε καταπιει τσιμεντο, το δερμα της ηταν γεματο εξωγκοματα και εννοιωθε την ναυτια και τον ιλιγγο να την καταβαλουν. Εννοιωθε το νερο στο ντους παγωμενο, ακομα και αν αυτο αχνιζε. Ολη την μερα εννοιωθε τον χρονο να κυλα γυρω της κανονικα ενω αυτη στεκοταν βαλτωμενη. Κοιταζε το ρολοι της ξανα και ξανα. Αυτο που θεωρουσε πενταλεπτο, αποδεικνυοταν τελικα διωρο. Οτιδηποτε και να εβαζε στο στομα της, ηταν λες και μασουσε σταχτη, και καθε γουλια νερο που κατεβαζε της εδγερνε το λαρυγγι. Οι γονεις της, παρα τις προσφατες αναταραχες, εξακολουθουσαν να ανυσηχουν πολυ. Η μητερα της κανονισε με ενα ψυχιατρο να τους επισκεφθει στο σπιτι και να την δει. Ειπε οτι της τον ειχε προτεινει μια συναδερφος και θα ερχοταν σε λιγες μερες.
Η Μελανθη ομως δε πιστευε οτι μπορουσε να περιμενει. Εννοιωθε οτι πεθαινε...
Το βραδυ ανεβηκε στο δωματιο της σερναμενη απ΄τη κουραση. Επεσε στο κρεββατι εξαντλημενη. Το μυαλο της προσπαθουσε να επεξεργαστει ολη την παρανοια που βιωνε. Τιποτα δεν εβγαζε νοημα.
Μηπως ειχε παραισθησεις? Μηπως εχανε το μυαλο της και εβλεπε πραγματα? Εννοιωθε λες και η φαια της ουσια ελιωνε σαν κερι μεσα στο κρανιο της και ειχε αρχισει να χυνεται απο τα αυτια της. Προσπαθησε να συγκεντρωθει, να βρει καποια ακρη μεσα σε ολο αυτο το χαος. Εβγαλε το laptop και αρχισε να γραφει αυτα που βιωνε. Ηθελε να τα εχει καπου συγκροτημενα, ενα καταφυγιο εξομολογησεων για καθε φορα που καποιος θα την ελεγε... τρελη.
Και ηταν μολις ειχε καταφερει να τελειωσει την τελευταια προταση του κειμενου της, που μια αποκοσμη φωνη, αντηχησε παιχνιδιαρικα στο μυαλο της...
"Τι κανεις κοριτσακι? Σου 'λειψα καθολου?"
2 notes · View notes
enoxlhsh · 5 years
Text
Προς το 99.9% των ανθρώπων που με ακολουθούν αλλά δε μιλάμε:
Πώς σε λένε;
Ποια είναι η αγαπημένη σου πίτσα;
Ταινίες ή σειρές;
Έχεις κατοικίδιο;
Τι θες να καταφέρεις μέσα στα επόμενα 2 χρόνια;
Πού θες να ταξιδέψεις;
Είσαι χαρούμενος/χαρούμενη αυτή τη στιγμή;
Ποιο είναι το τελευταίο τραγούδι που άκουσες;
ΠΕΡΙΜΕΝΩ ΤΙΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΑΣ ΜΕ ΑΝΥΠΟΜΟΝΗΣΙΑ.
34 notes · View notes
zanyflapcopdragon · 5 years
Text
Πρωτα Χριστουγεννα με θλιψη και καραθλιψη με απαλη θλιβερη μουσικη και τις αναμνησεις να ξεχυλιζουν στο μυαλο μου..... ολες αυτες τις ωραιες και ασχημες στιγμες που περασαμε μαζι.... Τις στιγμες απογοητευσης, τις στιγμες ενθουσιασμου... Και τρ το μονο που μας εμεινε μια απλη κουβεντα σε λιγο καιρο που θα βρεθουμε ξανα... Εγω να θελω να σε φιλησω και να σε αγκαλιασω και εσυ απλα να θελεις να τελειωσουμε την συζητηση και να πας με τους φιλους σου.... Και εγω,εγω τι? Εκει? Μονη μου? Θα με αφησεις να ��λαιω? Χωρις μια τελευταια αναμνηση μαζι σου γλυκια ή τρυφερη ακομη και αν δν εχεις αισθηματα για μενα, για μενα θα σημαινει πολλα.... Γιατι καταληξαμε ετσι μωρο μου? Εμεις που ειχα τοσα ονειρα για εμας? Εμεις? Που μαθαμε ο ενας τον αλλον καλυτερα και απο οτι μας ξερουν οι γονεις μας? Εμεις? Εμεις που μαθαμε να ζουμε μαζι και οχι χωρια? Γιατι ρε μωρο μου γιατι? Δεν εχω ορεξη ουτε ν κουνηθω. Δεν βρισκω νοημα στο να ζω ετσι.... Θελω να ζω μαζι σου... Και αν ειναι ν χωρισουμε να χωρισουμε για εναν πολυ σοβαρο λογο οπου ομως δεν θα στεναχωρηθει κανενας μας... Ξερω σε εχω κανει αρκετες φορες να αισθανεσαι πιεση και αυτο εγινε κουραστικο για σενα... Αλα μωρο μου μια τελευταια ευκαιρια θελω για να εχω στην ακρη του μυαλου μου την ελπιδα οτι ολα τωρα θα πανε οπως πρεπει, ακομη και αν μερικα πραγματα δεν μας αρεσουν θα σεβομαστε τις επιθυμιες του αλλου εγω απλα θελω εσενα και εμενα μαζι... ΑΥΤΟ! Να νιωσω γεματη χαρουμενη μονο με ενθουσιασμο και ανυπομονησια για το ποτε θα σε δω ξανα....
10 notes · View notes
allotria-apolis · 4 years
Note
νιωθω ανυπομονησια γιατι εχω κανει προσομοιωση μπαρ το δωματιο μου, εχω παρει μπιρα και ξυροκαρπια και περιμενω να αρχισουμε βιντεοκληση με τη φιλη μου που σπουδαζει αγγλια <3 εχω να τη δω πεντε μηνες και ιδανικα θα ημουν εκει για να καναμε κανονικο γκερλς ναιτ οααυτ χωρις κορωνα :(
Τι ωραία!!!🥰
Και αυτή η επικοινωνία έχει την χάρη της, αλλά κάνουμε υπομονή μέχρι να μπορούμε να αγκαλιαζόμαστε και να φιλιόμαστε χωρίς φόβο. ❤️
0 notes
minastsitsis · 7 years
Note
Πω μπορω να σε νιωσω στο ελαχιστο βεβαια.Εγω μενω Κρητη και το χειμωνα τα περισσοτερα μαγαζια ειναι κλειστα γιατι ειμαστε καθαρα τουριστικη περιοχη και το καλοκαιρι που ειναι ανοιχτα και εχει καλο καιρο γινεται χαμος απο τους τουριστες και δεν ευχαριστιεμαι καθολου το μερος σαν μερος και περιμενω με ανυπομονησια να φυγω σε δυο χρονακια.
εγω τα καλοακαιρια τα βγαζω σε ταρατσες και στο γηπεδο που δε παταει κανεις και παμε με την παρεα μ και αραζουμε ολο το βραδυ, με μουσικη και γαρα, και χαζευουμε τα αστερια...εχω βαρεθει τα μαγαζια,μονο για καναν καφε το απογευμα μετα το μπανιο καλα για χειμωνα δε το συζηταμε καν,δε βγαινει κανεις…σου συνηστω να κανεις και συ το ιδιο με την παρεα σου,αστα τα μαγαζια,παρτε μπυρες απ το περιπτερο και σουβλακια και πηγαιντε σε μια απομονομενη παραλια της κρητης και καντε πατητες και μακροβουτια μεχρι το πρωιιιιιιιι
2 notes · View notes
lutrwsh · 7 years
Text
Αυτοεξελιξη
Ειναι τοσο ωραιο συναισθημα να νιωθεις πως εχεις ξεπερασει καποια ατομα κ καταστασεις κ εχεις μαθει απο αυτες κ προχωρας μπροστα. Ειναι ελευθερια ψυχης. Ειναι τοσο ωραιο συναισθημα να μαθαινεις νεα πραγματα,να αναθεωρηθεις παλιες σου αποψεις κ να διαμορφωνεις καινουργιες. Νιωθεις πως εξελισεσαι. Ειναι τοσο ωραιο συναισθημα να νιωθεις καλα με σενα κ να μη σε νοιαζει κ τοσο η γνωμη των αλλων για το κουρεμα σου, το ντυσιμο σου κ τη συμπεριφορα σου. Πιστευεις σε σενα κ εισαι σιγουρος για το ποιος εισαι. Ειναι τοσο ωραιο συναισθημα να εχεις να περιμεν��ις κατι με ανυπομονησια, νιωθεις πως αξιζει η προσωρινη πιεση. Ειναι τοσο ωραιο το συναισθημα που σου δημιουργειται οταν βλεπεις ποσο πολυ εχεις αλλαξει. Μα ποιο ωραιο απο ολα αυτα τα συναισθηματα, ειναι μια τυχαια μερα σαν ολες τις αλλες, που τα βιωνεις ολα μαζι.
25 notes · View notes
xehasmenesithakes · 4 years
Note
Θα πω 2 πράγματα 1. Ειμαι από την αρχή π εαυτός μου με τους ανθρώπους γιατί το να υποκρινομσι είναι χαμένος χρόνος κάποια στιγμή θα τον δείξω και η θα τους αρέσει η όχι μόνο χρόνο γλυτώνω 2. Θέλω σχέση και ειμαι πολύ υπερβολική και ειμαι της απόψεις οι θα έρθει την κατάλληλη στιγμή όταν είναι έτοιμη αλλά πραγματικά δεν μπορώ να περιμένω ειμαι πολύ impatient Γενικά και είναι αυτό ου ξες ι είναι σωστκ(Όχι βέβαια ότι υπάρχει σωστό κ λαθοε) και δεν μπορείς να το κάνεις σαν τη δίαιτα ένα πράγμα 😂
Καταλαβαινω την ανυπομονησια σου,οσο το κυνηγας παει απο την αλλη.Τα ομορφαα δεν εκβιαζοντααιιιιιιι,εμφανιζονται οταν ειναι η στιγμη τους.Μην βαζεις τοση σκεψη,επικεντρωσου σε σενα και θα ρθουν και τα αλλα
7 notes · View notes
feelmefeelus · 7 years
Photo
Tumblr media
Η επεξεργασια χαλαει την ομορφια της εικονας.. Βλεποντας το ηλιοβασιλεμα με το τραπεζακι μου ηρθαν διαφορες σκεψεις στο νου. Σκεψεις που θυμιζουν στιγμες και ζωγραφιζουν εικονες. Εικονες ζωντανες, γεματες παθος και νοσταλγια. Νοσταλγια για οσα περασαν, οσα ελειψαν και ανυπομονησια για οσα θα'ρθουν.
1 note · View note
emmones-idees · 7 years
Quote
Οταν ημουν μικρή , τοσο μικρη που η μαμα μου μού διαβαζε για να κοιμηθω, το αγαπημένο μου βιβλίο ηταν η Πολυαννα. Η Πολυαννα ήταν ενα φτωχο κοριτσακι, μια εποχη μακρινη απο τη δικη μου μα οχι παρα πολυ, κορη ενος χηρου ιεροκηρυκα. Περιμενε με ανυπομονησια ενα δεμα, δωρεα των ελεημονων της ενοριας, λαχταρωντας να παρει επιτέλους μια κουκλα. Οταν το πολυποθητο δεμα έφτασε στην πορτα της, το ανοιξε ενθουσιασμενη για να ανακαλυψει οτι δεν εκρυβε παρα ενα ζευγαρι δεκανικια. Τότε, ο πατερας της τής εμαθε το πιο σημαντικό απο ολα τα παιχνιδια: το Παιχνιδι της Χαρας. “Μην κλαις”, της ειπε, “μα να χαιρεσαι που πηρες αυτα τα δεκανικια , επειδη δεν τα χρειάζεσαι.” Στο εξής, η Πολυαννα και ο πατερας της επαιζαν το παιχνιδι συνεχως, κανοντας την ανεχεια να φανταζει πιο υποφερτη. Μεχρι που ο πατερας πεθανε, αφήνοντας την Πολυαννα να ζησει με καποια αγνωστη και ψυχρη θεια της σε έναν αφιλοξενο τοπο. Στη συνεχεια, αν δεν με απατα η μνημη μου που δυστυχώς υπηρξε ανεξιτηλη, ακομα και σε μια ηλικ��α αρκετα πρωιμη ωστε να μην ξερω αναγνωση, η Πολυαννα εμαθε το Παιχνιδι σε ολους, κανοντας τις ζωες τους ηλιολουστες και σώζοντάς τους απο την κατηφεια, τη μιζερια και την εξαθλιωση. Κι ας καθηλωθηκε στο κρεβατι μετα απο ενα φοβερο τροχαιο, αναπηρη και ανημπορη. Τι θλιβερο τελος - ευτυχώς, στο επομενο βιβλιο, η αγαπη του χωριου που εντωμεταξυ ειχε δεχτει το αλλοκοτο αυτο πλασμα τη βοηθησε να σταθει ξανα στα ποδια της. Και ζησαν αυτοι καλα, καθως πρεπει , βεβαια , στα βιβλια-το ηξερα αυτο- κι εμεις καλυτερα , για τότε. Γιατι ηταν νωρις και δεν ηξερα ακόμα οτι μια μαμα δεν πρεπει να κατεβαζει κατι πανω απο ενα μπουκαλι ουισκι τη μερα, ουτε να απλωνει το χέρι της και να το κατεβαζει με αρκετη δυναμη ωστε να αφησει σημαδια αθωα, που φαινονταν και αλλα σημαδια, πιο υπουλα , που εκαναν το Παιχνιδι της Χαρας ομολογουμενως πιο απαιτητικο. Αργησα λιγο, μα το εμαθα κάποια στιγμη. Άργησα λιγο, μα δεν ξεχασα το παιχνιδι. Τωρα που τα γραπτα ολοενα και χειροτερευουν, τωρα που τα γονατα μου κοβονται απο φοβο να μη σε δω αντι για ανυπομονησια σε σημειο να δυσκολευομαι να ανεβω τις σκαλες και εχουμε να μιλησουμε τοσες μερες που συντομα θα ειναι σαν να μην εχουμε φιλησει ο ενας την ανασα του αλλου, γυμνοι, σαν να μην εχουμε ανταλλαξει γλυκολογα, τωρα που ο χειμωνας βαραινει αντι να γλυκαινει και ανατριχιαζω με το παραμικρο ρευμα, κοιταζω τον εαυτο μου στον καθρεφτη και βουρκωνω, κοιταω τα λερωμενα με στιλο χερια μου και αναρωτιεμαι αν οι στοχοι μου ειναι μεγαλοι για μενα ή εγω παραειμαι μικρη για αυτους. Ενα παιδι στο φροντιστηριο λιποθυμησε μεσα στην τάξη. Τον επιασαν άλλοι δύο και ηταν λες και δεν ερχομαστε μονοι, οπως λενε , και μονοι φευγουμε. Δεν το πιστεψα ποτε , μεχρι πριν λιγο καιρο, τουλαχιστον , μα αν ειναι ατυχημα δεν μετραει. Σκεφτομαι, τουλαχιστον δεν ιδρωνω. Τουλαχιστον κανω τους αλλους να αισθανονται καλυτερα συγκρίνοντας τις δικες τους ήττες με τις παταγωδεις δικες μου. Τουλαχιστον εχω να δω τη μαμα δυο χρονια και τα τελευταια σημαδια που ειχα εξαιτιας καποιου ηταν απο τα χειλη σου στο στηθος μου. Τουλαχιστον γελαω. Δεν εχω πολλη υπομονή. Δεν φταιω εγω. Ειναι δυσκολο να μαθεις να περπατας ενω εχεις ηδη μαθει να τρεχεις. Μη σου πω να πετας. Μα , τιποτα στη ζωη δεν ειναι αχρηστο. Μπορει να σου τυχουν και τα δεκανικια αλλα τουλαχιστον θα εχεις κατι να στηριζεσαι.
Μωρο Μου, Μερα 26
3 notes · View notes